Πέμπτη 29 Απριλίου 2021

 

ΠΡΟΣ :   1. Τον κο Διοικητή του Γενικού Νοσοκομείου Καβάλας

          2. Τον κο Διευθυντή της Ιατρικής Υπηρεσίας του Γενικού Νοσοκομείου Καβάλας

          3. Τον κο Εισαγγελέα Πρωτοδικών Καβάλας  

ΥΠΟΜΝΗΜΑ - ΑΝΑΦΟΡΑ

Της Ένωσης Γιατρών Ε.Σ.Υ. Ν. Καβάλας (ΕΓΕΣΥΚ), α’βάθμιου συνδικαλιστικού οργάνου, που εδρεύει στο Γενικό Νοσοκομείο Καβάλας και εκπροσωπείται νόμιμα από την πρόεδρο του ΔΣ αυτής. 

 

          Δια της παρούσης θα θέλαμε να σας εκθέσουμε τα εξής :

          Διαφωνούμε απόλυτα τόσο ως προς τη νομιμότητα, όσο και ως προς την ιατρική επιστημονική ορθότητα κάθε ανάθεσης εφημερίας σε κλινική covid-19 του Νοσοκομείου Καβάλας, σε γιατρούς άλλων ειδικοτήτων που δεν εμπλέκονται άμεσα με την παθολογία του αντιστοίχου ιού.

          Επισημαίνουμε ότι στην εξαιρετικά δύσκολη περίοδο που διανύσαμε και διανύουμε ως προς τη διαχείριση της πανδημίας του κορωνοϊoύ Covid-19, όλοι οι γιατροί κληθήκαμε και καλούμαστε να επιτελέσουμε το καθήκον μας έναντι των ασθενών. Το καθήκον μας αυτό, όμως, είναι άμεσα συνυφασμένο με την τήρηση των βασικών κανόνων της ιατρικής επιστήμης.

Μέχρι στιγμής το σύνολο των γιατρών του Νοσοκομείου μας έχουμε ανταποκριθεί όπως έπρεπε, αλλά και καθ’ υπέρβαση των δυνατοτήτων μας, βάση του Εθνικού Σχεδίου Δράσης του ΕΟΔΥ και της Πολιτείας, αλλά και τις εντολές που έχουμε λάβει από τη Διοίκηση του Νοσοκομείου και την Ιατρική Υπηρεσία αυτού.

Το μεγάλο βάρος της ανταπόκρισης στις ανάγκες αντιμετώπισης της πανδημίας ασφαλώς έχει πέσει στους ώμους των Παθολόγων, Αναισθησιολόγων, Εντατικολόγων, Λοιμωξιολόγων και Πνευμονολόγων, αναγκαστικά και λόγω της άμεσης εμπλοκής των ειδικοτήτων τους στην παθολογία του συγκεκριμένου ιού. Στην προσπάθεια αυτή, συνεισφέραμε και όλοι οι υπόλοιποι γιατροί όλων των λοιπών ειδικοτήτων, ειδικώς κατά την πρώτη περίοδο της πανδημίας και κατά την έξαρση του δευτέρου κύματος αυτής. 

Στην παρούσα φάση της πανδημίας Covid-19, η οποία είναι διαφορετική ως προς τις συνθήκες της και την οργάνωση και προετοιμασία της αντιμετώπισής της, έχοντας στα χέρια μας και το ισχυρό όπλο του εμβολιασμού, σε σχέση με την αρχική φάση αυτής, το Νοσοκομείο μας, όπως και κάθε Νοσοκομείο, λαμβάνει και υλοποιεί αποφάσεις σχετικές με τον καθορισμό Κλινικών, Τμημάτων, Πτέρυγας για τη νοσηλεία κρουσμάτων Covid-19, τον καθορισμό κατάλληλης ομάδας Γιατρών και Νοσηλευτών, τις μετακινήσεις Ιατρικού/Νοσηλευτικού και λοιπού προσωπικού, την ενοποίηση κατά περίπτωση Κλινικών, καθώς και την προσαρμογή των προγραμμάτων εφημεριών των Κλινικών.

Όλες οι σχετικές δράσεις και αποφάσεις γίνονται βάσει Οδηγιών του ΕΟΔΥ και του ΠΟΥ,  με επικοινωνία μεταξύ της Διοίκησης, της Ομάδας Συντονισμού για τον Covid-19, της ΕΝΛ,  και, ιδίως, της Ιατρικής Υπηρεσίας με τους Διευθυντές Κλινικών και Υπηρεσιών, με τη Νοσηλευτική Υπηρεσία, και με την Τεχνική και Διοικητική Υπηρεσία.

Ενόψει όλων αυτών, και με γνώμονα πάντα και μόνο την ορθή επιστημονικά και ιατρικά αντιμετώπιση των ασθενών covid – 19, επισημαίνουμε ότι – κατά την άποψη και την εκτίμησή μας – η διενέργεια εφημεριών στις κλινικές covid – 19 από γιατρούς άλλων ειδικοτήτων, μη άμεσα εμπλεκόμενους εκ της ειδικότητάς τους με την παθολογία του εν λόγω ιού, ενέχει άμεσο κίνδυνο για την ίδια την υγεία και τη ζωή των ασθενών, και, επιφέρει και εξαιρετικά σημαντική ευθύνη των γιατρών των άλλων ειδικοτήτων, εφόσον και όταν αυτοί καλούνται να αντιμετωπίσουν περιστατικά covid – 19 , και, κατά μείζονα λόγο, εφόσον και όταν καλούνται να εφημερεύσουν και να έχουν την ευθύνη για το αντίστοιχο διάστημα της εφημερίας τους, σε κλινικές covid -19.

Είναι εξαιρετικά οδυνηρό και πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία, όταν, λόγω της κατάστασης, η Διοίκηση και η Ιατρική Υπηρεσία είτε  εξαναγκάζουν, είτε προσπαθούν να πείσουν ειδικευόμενους ή ειδικευμένους γιατρούς άλλων ειδικοτήτων μη εμπλεκόμενων με την παθολογία του εν λόγω ιού, δηλαδή, πλην  παθολόγων, πνευμονολόγων, λοιμωξιολόγων και εντατικολόγων, να εφημερεύσουν, χωρίς, στην πραγματικότητα, μέχρι τότε να έχουν κληθεί ποτέ να αντιμετωπίσουν περιστατικό Covid.

Η αγωνία μας, ΔΕΝ έχει να κάνει με την προσωπική «βόλεψη» κάποιων γιατρών και την αποφυγή περαιτέρω ταλαιπωρίας μέσω των εφημεριών στις κλινικές covid. Έχει να κάνει πρωτίστως και κυρίως με την απουσία του απαιτούμενου ιατρικού επιστημονικού υπόβαθρου για την αντιμετώπιση των περιστατικών αυτών, ιδίως στα πλαίσια μιας εφημερίας, η οποία δε συνιστά αντιμετώπιση επείγοντος περιστατικού εκτός ιατρικής μονάδας και παροχή πρώτων βοηθειών. Η απουσία, δε, αυτή, οφείλεται αποκλειστικά στην έλλειψη της κατάλληλης εξειδίκευσης, ως εκ της ειδικότητας των γιατρών, και ασφαλώς δεν οφείλεται στην έλλειψη διάθεσης των γιατρών όλων των ειδικοτήτων για προσφορά, στην παρούσα δύσκολη συγκυρία.

Παρά τη διάθεση όλων των γιατρών όλων των ειδικοτήτων, για βοήθεια και προσφορά, η ανάληψη εφημερίας σε κλινική covid, από μη κατάλληλα ειδικευμένους γιατρούς, οι οποίοι δεν έχουν εκ των πραγμάτων, τις αναγκαίες γνώσεις και την εμπειρία για να αντιδράσουν  άμεσα σε όποιο πρόβλημα τυχόν προκύψει κατά τη διάρκεια μιας τέτοιας εφημερίας, μπορεί να έχει τα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα, δηλαδή να λειτουργήσει εις βάρος της υγείας και της ίδιας της ζωής των ασθενών, αντί να τους προστατεύσει και να τους βοηθήσει. Σε μια τέτοια απευκτέα περίπτωση, η ευθύνη του γιατρού θα είναι τεράστια, τόσο νομική, όσο και ηθική και κοινωνική.       

Η μη κανονικότητα αυτής της κρίσης της πανδημίας έχει αναγκάσει τις Διοικήσεις όλων των Νοσοκομείων, όπως και του δικού μας, να καλούν σε εφημερία σε κλινικές COVID  γιατρούς  κάθε ειδικότητας, εφόσον παθολόγοι και πνευμονολόγοι δεν επαρκούν. Για το λόγο αυτό, άλλωστε, και το υπουργείο Υγείας ζήτησε τη συνδρομή ιδιωτών παθολόγων και πνευμονολόγων. Εκτιμούμε, όμως, ότι ακόμη και οι ίδιοι οι ασθενείς covid και οι οικείοι τους δε θα ήθελαν να παρακολουθούνται  όσοι νοσηλεύεται με κορωνοϊό, από άλλες ειδικότητες, μη δυνάμενες εκ των πραγμάτων να προσφέρουν τη βοήθεια που θα έπρεπε.

Αναγνωρίζουμε τον αγώνα όλων μας, γιατρών και νοσηλευτών, αλλά και των Διοικήσεων των Νοσοκομείων, για να κρατηθεί όρθιο το σύστημα υγείας.

Τούτο δεν μπορεί να σημαίνει, όμως, ότι δε θα δοθεί η βαρύτητα που πρέπει στο επιστημονικό ιατρικό κομμάτι της περίθαλψης των ασθενών covid  την οποία αδυνατούν να διεκπεραιώσουν αποτελεσματικά, όσο και αν το θέλουν, γιατροί άλλων ειδικοτήτων, μη εμπλεκόμενων άμεσα με την παθολογία του εν λόγω ιού, ιδίως στα πλαίσια σχετικών εφημεριών σε κλινικές  covid, θέτοντας,  στην περίπτωση τέτοιων εφημεριών, σε κίνδυνο τόσο τους ασθενείς – οι οποίοι έχουν τη μεγαλύτερη σημασία – όσο και τους εαυτούς τους, σε περίπτωση αναζήτησης ευθυνών για μη ορθό χειρισμό των περιστατικών.

Συνημμένα σας υποβάλλουμε την από 16 Μαρτίου 2021 γνωμοδότηση του δικηγόρου Αθηνών  Ιορδάνη Προυσανίδη προς την Εκτελεστική Γραμματεία της Ο.Ε.Ν.Γ.Ε. με θέμα «Μετακινήσεις ιατρών νοσοκομείων Ε.Σ.Υ σε «κλινικές» Covid-19, που εκ των ενόντων λειτουργούν σ’ αυτές», σύμφωνα με την οποία :

«Α) 1. Όλα τα νοσοκομεία Ε.Σ.Υ. έχουν οργανισμό. Προβλέπεται από αυτόν και η οργανική μονάδα Ιατρική Υπηρεσία, η οποία είναι επιπέδου Διεύθυνσης. Διαρθρώνεται από τομείς και οι τομείς από τμήματα, που αντιστοιχούν σε ειδικότητες. Τμήμα (ή κλινική) Covid-19 δεν προβλέπεται. Επομένως, δεν υφίστανται νομικά ως οργανική μονάδα.

2.   Κανόνες λειτουργίας «κλινικών» Covid-19 δεν ψηφίστηκαν κι’ έτσι δεν υπάρχουν σχετικές διατάξεις που καθορίζουν ειδικά τη λειτουργία τους.

3.   Διατάξεις, που ορίζουν την ιατρική ειδικότητα ή ειδικότητες, στις οποίες εμπίπτει η ασθένεια Covid-19, δεν ψηφίστηκαν.

4.   Ο αριθμός των κλινών των νοσοκομείων Ε.Σ.Υ. καθορίζεται από τον οργανισμό τους. Με αυτόν κατανέμονται οι κλίνες στα ιατρικά τμήματα. Αύξηση των κλινών προϋποθέτει τροποποίηση του οργανισμού με απόφαση των αρμόδιων Υπουργών και δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Β) 1. Εν τοις πράγμασι, λειτουργούν «κλινικές» Covid-19 σε νοσοκομείο Ε.Σ.Υ. Από την έρευνά μας δεν διαπιστώσαμε ψήφιση διατάξεων, που ρυθμίζουν την σύσταση, οργάνωση και λειτουργία των «κλινικών» Covid-19. Είναι, εικάζουμε, δημιούργημα εντολών των Διοικητών των νοσοκομείων, που κυρίως αφορούν το χώρο ή τους χώρους που θα χαρακτηριστούν κλινικές Covid-19.

2.    Ως προς την στελέχωση των κλινικών Covid-19 από ιατρικό προσωπικό τα πράγματα είναι τουλάχιστον συγκεχυμένα:

α. Ως προς τις ιατρικές ειδικότητες, στις οποίες υπάγεται η ασθένεια Covid-19.

β. Ως προς τον αριθμό των ιατρών που χρεώνονται το έργο παροχής ιατρικών υπηρεσιών στην «κλινική» Covid-19.

3.1.    Η ασθένεια Covid-19 εμπίπτει σε κάποια κύρια ειδικότητα και ιατροί άλλων ειδικοτήτων προστρέχουν, εάν και εφ’ όσον οι θεράποντες θέλουν την δική τους ειδική εκτίμηση. Το συμπέρασμα από αυτά, με όρους της ιατρικής επιστήμης, είναι ότι δε στελεχώνονται οι «κλινικές» Covid-19 από ιατρούς όλων, ανεξαιρέτως, των ιατρικών ειδικοτήτων.

3.2.    Ο αριθμός των ιατρών της κύριας ειδικότητας, που θα χρεωθούν την αντιμετώπιση των ασθενών που νοσηλεύονται στις κλινικές Covid-19 δεν είναι ακαθόριστος. Συναρτάται από τον αριθμό των κλινών τους, όπως και των ιατρών κάθε τμήματος. Με βάση αυτές ορίζονται οι οργανικές θέσεις των ιατρών τους. Κατά συνέπεια, και ο αριθμός των ιατρών της ειδικότητας στην οποία εμπίπτει η ασθένεια Covid-19 καθορίζεται από τον αριθμό των κλινών. Από τους οργανισμούς των νοσοκομείων προκύπτει ο αριθμός των ιατρών κάθε τμήματος. Αν διαιρεθεί ο αριθμός των κλινών του παθολογικού τμήματος ή τμημάτων του νοσοκομείου με τον αριθμό των οργανικών θέσεων ειδικότητας παθολογίας προκύπτει και ο αριθμός των ιατρών που θα παρέχουν υπηρεσία στις κλινικές Covid-19.

Γ) 1. Ο Γενικός Γραμματέας Υπηρεσιών Υγείας του Υπουργείου Υγείας, με το α.π. 71598/9.11.2020 έγγραφό του προς την Πρόεδρο του ΚΕΣΥ, υπέβαλε το αίτημα να γνωμοδοτήσει:

• σχετικά με το αν υφίσταται κάποιος περιορισμός (ή κάποιες προϋποθέσεις) όσον αφορά στις ειδικότητες, των ιατρών που δύνανται να μετακινηθούν σε τμήμα/κλινικές, που αντιμετωπίζουν-νοσηλεύουν ασθενείς με νόσο Covid-19.

Σημείωση: Το αίτημα αυτό το υπέβαλε σε σχέση με την αρμοδιότητα, που του παρέχει του άρθρου 80 του Ν. 4745/2020 να μετακινεί ιατρούς νοσοκομείων και, γενικότερα δομών παροχής υπηρεσιών υγείας από μη πληττόμενες περιοχές σε νοσοκομεία πληττόμενων περιοχών.

2.1.    Η Πρόεδρος του ΚΕΣΥ «γνωμοδότησε» ως εξής:

     Είναι σαφές ότι στη σημερινή πανδημία όλοι οι ιατροί οφείλουμε να συμμετάσχουμε στη φροντίδα των ασθενών με Covid-19 στα τμήματα όπου αυτά νοσηλεύονται ή προσέρχονται με τήρηση των περί πρωτοκόλλων ασφαλείας και με επίβλεψη από ειδικούς ιατρούς (παθολόγους - πνευμονολόγους - λοιμοξιωλόγους, ιατρούς εντατικής θεραπείας).

2.2.    Η Πρόεδρος του ΚΕΣΥ, για το βάσιμο της «γνωμοδότησής» της, επικαλείται, με το απαντητικό από 09.11.2020 έγγραφό της (α.π. 71604/09.11.2020), τη διάταξη του άρθρου 9 του Ν. 3418/2005, προφανώς τις παρ. 1 και 3. Ορίζουν αυτές:

     1.0 ιατρός δίνει προτεραιότητα στην προστασία της υγείας του ασθενή.

(...)

3. Ο ιατρός οφείλει να παρέχει τις υπηρεσίες του για την αντιμετώπιση επειγόντων περιστατικών ανεξάρτητα από την ειδικότητα του. Η υποχρέωση αυτή βαρύνει τον ιατρό, ακόμη και όταν δεν υπάρχουν τα κατάλληλα μέσα για την άσκηση της ιατρικής, και ισχύει μέχρι την παραπομπή του ασθενή σε ιατρό κατάλληλης ειδικότητας ή τη μεταφορά του σε κατάλληλη μονάδα παροχής υπηρεσιών φροντίδας και περίθαλψης. Σε κάθε περίπτωση, ο ιατρός οφείλει να εξαντλήσει τις υπάρχουσες, κάτω από τις δεδομένες συνθήκες, δυνατότητες, σύμφωνα με τις επιταγές της ιατρικής επιστήμης.

(...)

2.3.    Αναμφίβολα, η «γνωμοδότηση» της Προέδρου του ΚΕΣΥ δεν μπορεί να νομιμοποιηθεί από την διάταξη, που επικαλείται. Και τούτο, διότι η σχετική υποχρέωση του ιατρού ισχύει μέχρι την παραπομπή του ασθενή σε ιατρό κατάλληλης ειδικότητας ή τη μεταφορά του σε κατάλληλη μονάδα παροχής υπηρεσιακής φροντίδας και περίθαλψης». Ισχύει, δηλαδή, μέχρι την εισαγωγή του ασθενούς στο νοσοκομείο, «σε κατάλληλη μονάδα παροχής υπηρεσιών φροντίδας και περίθαλψης». Και αυτό ανεξάρτητα από το ότι δεν πρόκειται για γνωμοδότηση, αλλά για απάντηση στο ερώτημα.

Σημείωση: Η «γνωμοδότηση» της Προέδρου του ΚΕΣΥ περιήλθε στους Διοικητές των ΥΠε και από αυτούς στους Διοικητές των νοσοκομείων, οι οποίοι την αποδέχτηκαν και την εφαρμόζουν.

Δ) 1. Ο Διοικητής νοσοκομείου Ε.Σ.Υ., με βάση τη διάταξη του άρθρου 7 παρ. 8 του Ν. 3329/2005, δε νομιμοποιείται να μετακινεί ιατρούς από το τμήμα της ειδικότητάς τους σε ανύπαρκτο νομικά τμήμα και οπωσδήποτε σε τμήμα άλλο από εκείνο της ειδικότητάς του. Επιβεβαιώνεται αυτό και από την καταφυγή του Γενικού Γραμματέα Υγείας στη «γνωμοδότηση» της Προέδρου του ΚΕΣΥ.

2.   Οι ειδικευόμενοι ιατροί παρέχουν τις υπηρεσίες τους υπό την επίβλεψη των ειδικών ιατρών, των ιατρών με ειδικότητα, που αντιστοιχεί σε εκείνη που επέλεξαν ν' αποκτήσουν και για να την αποκτήσουν εντάχθηκαν στο αντίστοιχο τμήμα. Οι ειδικευόμενοι, επομένως, ιατροί δεν μπορεί, με βάση τη νομιμότητα που επιβάλλει η ιατρική επιστήμη, να τελούν υπό την επίβλεψη ιατρών ειδικότητας άλλης από εκείνη που επέλεξαν και για την απόκτηση της τοποθετήθηκαν στο αντίστοιχο τμήμα. Οι ειδικευόμενοι ιατροί παρέχουν τις υπηρεσίες τους, υπό την ευθύνη ειδικευομένων ιατρών ειδικότητας αντίστοιχης με εκείνη που επέλεξαν (οι ειδικευόμενοι). Αποκλείεται να τεθούν υπό την επίβλεψη ιατρών άλλης ειδικότητας για να προσφέρουν υπηρεσίες, που δεν αντιστοιχούν στην ειδικότητά για την οποία εκπαιδεύονται.

Η εφαρμογή της «γνωμοδότησης» της Προέδρου του ΚΕΣΥ δεν απαλλάσσει τον ιατρό από τις ευθύνες του. Ούτε οποιαδήποτε εντολή ή απόφαση Διοικητή ΥΠε ή Νοσοκομείου σε ιατρό να μετακινηθεί και να παράσχει υπηρεσίες σε «κλινική» Covid-19 νομιμοποιείται και δεν απαλλάσσει από τις ευθύνες τον ιατρό άσχετης με την ασθένεια Covid-19 ειδικότητας που θα παρέχει υπηρεσίες έστω και υπό την επίβλεψη ειδικού. Ο ειδικευμένος ιατρός δεν παρέχει ιατρικές υπηρεσίες υπό επίβλεψη, ούτε του επιτρέπεται από το νόμο να εκτελεί ιατρικές πράξεις άλλης ειδικότητας, ακόμα και υπό επίβλεψη. Η διάταξη του άρθρου 25 παρ. 3 Υ.Κ. επιβάλλει να μην εκτελούνται οι παράνομες εντολές».

          Ενόψει τούτων είναι, κατά την άποψή μας, σαφές ότι :

1.              Η εφημερία σε κλινική covid δεν μπορεί κατά την εκτίμησή μας και σύμφωνα με την ανωτέρω γνωμοδότηση, να θεωρηθεί ότι εμπίπτει στην έννοια της άμεσης αντιμετώπισης επείγοντος περιστατικού, καθόσον περιστατικό που έχει εισαχθεί στην κατάλληλη κλινική είναι πλέον υπό παρακολούθηση και δεν μπορεί να χαρακτηριστεί επείγον.  Επομένως η διάταξη περί παροχής βοήθειας σε επείγοντα περιστατικά από γιατρούς κάθε ειδικότητας, εκτιμούμε ότι δε βρίσκει έδαφος εφαρμογής εν προκειμένω.

2.              Η διενέργεια ιατρικών πράξεων επί περιστατικού από γιατρό άλλης μη σχετικής ειδικότητας, ακόμη και υπό την επίβλεψη γιατρού της κατάλληλης ειδικότητας, είναι, καταρχήν, αμφίβολη και θα πρέπει να αποφεύγεται.

3.              Η διενέργεια ιατρικών πράξεων από ειδικευόμενο γιατρό υπό την επίβλεψη γιατρού άλλης ειδικότητας από αυτήν της ειδίκευσης του πρώτου, δεν επιτρέπεται.

4.              Μπορεί να μην υπάρχει επίσημη καταγραφή των ιατρικών ειδικοτήτων που συνδέονται με την αντιμετώπιση του συγκεκριμένου ιού, όμως, είναι σαφές με τα δεδομένα της ιατρικής επιστήμης, ότι η αντιμετώπιση αυτού εντάσσεται στο αντικείμενο συγκεκριμένων ιατρικών ειδικοτήτων, ήτοι, παθολόγων, πνευμονολόγων, λοιμωξιολόγων, εντατικολόγων. Τούτο έχει γίνει δεκτό και από το ίδιο το Υπουργείο Υγείας, το οποίο, αφενός, έχει καλέσει σε συνδρομή και έχει επιτάξει γιατρούς αυτών των ειδικοτήτων, αφετέρου, στο έγγραφο της Προέδρου του ΚΕΣΥ που μνημονεύεται στην ανωτέρω παρατιθέμενη γνωμοδότηση, γίνεται ρητή αναφορά στις συγκεκριμένες αυτές ειδικότητες.

Ενόψει όλων των ανωτέρω, δια της παρούσης αναφοράς μας, καλούμε :

1. τη Διοίκηση να μην προβεί σε ανάθεση εφημερίας σε κλινική covid του Γ.Ν.Κ. σε γιατρούς άλλης ειδικότητας, με την οποία διαφωνούμε τόσο από άποψη νομιμότητας όσο και από άποψη ιατρικής επιστήμης.

2. Τον κο Εισαγγελέα Πρωτοδικών να επιληφθεί του θέματος, ώστε να δοθεί η δέουσα λύση, με βάση τις αρχές της νομιμότητας, προς όφελος όλων, ήτοι, των ασθενών – πρωτίστως – των γιατρών και του ίδιου του Νοσοκομείου μας.

Καβάλα ……23./…04./2021

Για το ΔΣ της ΕΓΕΣΥΚ

    Η Πρόεδρος                                                        Ο Γραμματέας

 

ΚΛΑΙΡΗ ΛΑΜΠΙΡΗ                                                ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΕΠΕΛΟΠΟΥΛΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου